Ρούφηξε μια γουλιά καφέ και κοίταξε ασυναίσθητα έξω από το παράθυρο. Τα απλωμένα ρούχα στην ταράτσα απέναντι ανέμιζαν στο φύσημα του αέρα, όλα τα σπίτια ήταν κανονικά στη θέση τους, ο ουρανός είχε το συνηθισμένο του χρώμα... Η θρυλική ημερομηνία είχε έρθει, αλλά όχι και το τέλος του κόσμου, φυσικά. Η Αμέλια γέλασε με τη σκέψη πως κάποιοι άνθρωποι είχαν πιστέψει στα σοβαρά μια τέτοια ανοησία.
Έκανε να ακουμπήσει την κούπα του καφέ στο τραπέζι, όταν, εντελώς απροσδόκητα, το τραπέζι χάθηκε. Και μαζί μ' αυτό τα πάντα. Σαν κάποιος να έσβησε το σύμπαν.
Μεμιάς βρέθηκε παντού σε ένα απέραντο πουθενά. Όπως και όλοι οι άλλοι. Κατά κάποιον τρόπο ήταν μέρος τους, κι εκείνοι δικό της μέρος. Μα δεν ήταν κάτι πρωτόγνωρο, ήταν μια αίσθηση πολύ, πολύ γνωστή...
Το σύμπαν που μόλις είχε εγκαταλείψει ήταν τώρα παγωμένο μέσα σε μια οθόνη. Όχι κυριολεκτικά σε μια οθόνη, αλλά στην έννοια μιας οθόνης. Και υπήρχε μόνο ως έννοια. Όπως και οτιδήποτε άλλο.
"Τελείωσε και αυτό το παιχνίδι", κατάφερε να πει τελικά αφού συνήλθε από την ξαφνική μετάβαση, αν και δεν το είπε με λέξεις. Όλοι όμως την κατάλαβαν, αφού όλοι μέρος της ήταν...
"Κόπηκε πάνω στο καλύτερο", διαμαρτυρήθηκε ένα άλλο ον. "Χρόνια περίμενα αυτή τη στιγμή και... "
"Έλα, δεν έχει σημασία", του είπε εκείνη, συνοδεύοντας τα άηχα λόγια της με την έννοια ενός φιλικού χτυπήματος στην πλάτη. "Ένα παιχνίδι ήταν μόνο. Κι εδώ που τα λέμε, η ζωή στη Γη είχε παραγίνει περίεργη. Καλύτερα που τέλειωσε".
"Γιατί η ζωή στον Αρουμπάν ήταν καλύτερη; Τουλάχιστον στη Γη είχατε κάποια ελευθερία", είπε κάποιος άλλος. Εκατομμύρια άλλες φωνές ενώθηκαν με τη δική του για να διαμαρτυρηθούν για τους δικούς τους πλανήτες.
"Ηρεμήστε, το ξέραμε πως θα ήταν έτσι όταν δεχτήκαμε να παίξουμε", είπε κάποιο ον από τη Γη. Ήταν έτσι σχεδιασμένο το παιχνίδι του φυσικού σύμπαντος, ώστε να μην μπορείς να το τερματίσεις ποτέ. Πέρα από όλες τις άλλες εμφυτευμένες ιδέες, την επιβεβλημένη λήθη και όλα αυτά, υπήρχε μια βασική εμφύτευση που ρύθμιζε και διαιώνιζε όλες τις άλλες, κάνοντας την απελευθέρωση από το παιχνίδι αδύνατη - η ανάγκη για μονοσήμαντη αλήθεια. Γι' αυτό και ορίστηκε εξαρχής μια παράμετρος τέλους χρόνου, διαφορετικά το παιχνίδι δε θα τελείωνε ποτέ".
"Λοιπόν, ξέρεις κάτι;", πετάχτηκε ένας άλλος Γήινος. Ήμουν φιλόσοφος κάποτε, και είχα συλλάβει την ιδέα ότι η αλήθεια δεν είναι μονοσήμαντη, αλλά βλέπεις, ακόμη και αυτή η σκέψη είναι μια μονοσήμαντη αλήθεια και με μπέρδευε. Μου φαίνεται αστείο τώρα..."
"Ωχ, τι πάθατε με τις φιλοσοφίες; Δεν είμαστε στη Γη πια. Αυτό που ξέρω είναι ότι δεν αντέχω να υπάρχω μόνο εγώ. Τόση ώρα μιλάω στην ουσία μόνη μου! Το σιχαίνομαι αυτό" είπε η κάποτε Αμέλια.
"Εντάξει, είναι αφόρητο... Εξάλλου, αυτός ήταν ο λόγος που επινοήσαμε τα παιχνίδια - για να υπάρχει ατομικότητα. Τι νόημα έχει ένα φιλί όταν το δίνεις εσύ στον εαυτό σου; Πώς να απολαύσεις την απαλή γούνα της γάτας στην αγκαλιά σου όταν είσαι η γάτα; Στη Γη κάποιοι μιλούσαν γι' αυτή την κατάσταση ενότητας. Τι ειρωνικό! Αυτή είναι η κατάσταση από την οποία πάντα προσπαθούσαμε να ξεφύγουμε, όχι να τη φτάσουμε!", πρόσθεσε ο κάποτε Γήινος.
Η κάποτε Αμέλια είχε κιόλας βαρεθεί. "Πού λέτε να πάμε τώρα; Εκείνο εκεί το σύμπαν φαίνεται πολύ ενδιαφέρον... Ας ρωτήσουμε τους διαχειριστές να μας διαφωτίσουν".
"Να με συγχωρείτε, αλλά εγώ λέω να μείνω λίγο εκτός... Να απολαύσω την απόλυτη ελευθερία μου", είπε κάποιο άλλο ον, αλλά αμέσως μαζεύτηκε διαπιστώνοντας ότι όλοι τον κοιτούσαν περίεργα...
"Θα αστειεύεσαι, βέβαια! Ποιος χρειάζεται την απόλυτη ελευθερία; Εγώ δεν κάθομαι λεπτό εδώ πέρα", είπε η κάποτε Αμέλια και βούτηξε μαζί με μερικά εκατομμύρια άλλους - που δεν ήταν άλλοι, μα θα ήταν στη νέα της ζωή- σ' ένα σύμπαν όπου όλα συνέβαιναν σε τρεις εκδοχές, με δυνατότητα επιλογής και εύκολη μετάβαση από τη μια εκδοχή στην άλλη. Και ήταν τόσο ανυπόμονη, που δε φρόντισε καν να ενημερωθεί γι' αυτό το καινούριο παιχνίδι από τους σχεδιαστές του. Στο κάτω κάτω, αυτή ήταν και οι σχεδιαστές. Δεν υπήρχε τίποτα να μάθει, μα υπήρχαν τόσα που θα μπορούσε να ξεχάσει...